Πέτρος Μανταίος

Δεν μας έφταναν τα μύρια όσα, έχουμε και άλλα τόσα. Καθόσον η αυτοδυναμία ή είναι μία ή δεν είναι καμία. Κι αφού δεν έφτασε η πρώτη κάλπη, πάμε για δεύτερη, μπορεί και τρίτη. Ορεξη να ’χουμε Γεραπετρίτη (δεν έβγαινε αλλιώς η ομοιοκαταληξία· άλλωστε ο Γεραπετρίτης κολλάει παντού).

Πήρα κι εγώ σβάρνα τα λεξικά· κυρίως ένα της αρχαίας, του Σακελλαρίου. Γκουγκλάρισα και διάφορα, φτάνοντας μέχρι Μπαμπινιώτη, γνωστό καθαρευουσιάνο που μιμείται τη δημοτική…

Είδα λοιπόν πως υπάρχουν διαφορές από κάλπη, σε καλπασμό και κάλπικο. Κάλπη, για τους αρχαίους, ήταν ο καλπασμός, κατά συνεκδοχή το ίδιο το άλογο· «κάλπη· ίππος βαδιστής (άλογο κούρσας) και είδος δρόμου (ιπποδρομίας)», σημειώνει ο Ησύχιος, ο δε Παυσανίας, περιγράφοντας συγκεκριμένη ιπποδρομία στην Ολυμπία (ο αναβάτης τερματίζοντας αφίππευε εν κινήσει), διευκρινίζει ότι γινόταν αποκλειστικά με φοράδες. Δεν ξέρω αν, σε περίπτωση ισοπαλίας, γινόταν και δεύτερη ή και τρίτη ιπποδρομία ή αν άλλαζαν και κάλπες!

Την κάλπη τώρα, προς την οποία καλπάζει η χώρα δεύτερη φορά (με δυνατά ή με κουτσά άλογα είναι άνευ σημασίας…), οι αρχαίοι την έλεγαν καλπίδα (καλπίς) και ήταν δοχείο: υδρία, στάμνος στην Οδύσσεια, «κάλπισί τ’ εκ ποταμών δρόσον άρατε» («πάρτε με στάμνες δροσερό νερό απ’ τα ποτάμια», Αριστοφάνης, «Βάτραχοι»), αλλά και, πάλι Αριστοφάνης, «Σφήκες»: «κάλπεις καλεί ένθα τας ψήφους καθίεσαν οι δικάζοντες» (δίκαζαν τότε οι ψηφοφόροι, αποφάσιζαν· ήταν αλλιώτικη δημοκρατία!).

Υπάρχει βέβαια και η… μακάβρια κάλπη (καλπίς)-τεφροδόχος. Την αναφέρει ο ποιητής Μελέαγρος (τη… βρίσκουν πότε πότε οι ποιητές με τον θάνατο, όπως και με τον έρωτα, κολλάνε συχνά αυτά τα δυο!): «κάλπιν υπό χθόνα θέσθαι»· τι να μεταφράσεις! Συχνά τα αρχαία είναι σαφέστερα από τα δικά μας, νεότερα. Π.χ. τα δικά μας συχνά νοθεύονται, εξαπατούν, ψεύδονται. Γίνονται… κάλπικα. Ε, αυτό δεν είναι αρχαίο, το πήραμε από το τουρκικό calp, που σημαίνει ακριβώς… κάλπικο, ψεύτικο, κίβδηλο…

❝ ετικέτες ❞ #ΕΚΛΟΓΕΣ